29 Απριλίου 2025

Πεζοπορία στους αρχέγονους γεωλογικούς όγκους του Τεπούι Ροράιμα

«Η μεγάλη γόνιμη μητέρα των ποταμών» Πεζοπορία στους αρχέγονους γεωλογικούς όγκους του Τεπούι Ροράιμα.

Την Κυριακή 19 του Δεκέμβρη, νωρίς το πρωί από το «Ελευθέριος Βενιζέλος» ξεκινήσαμε το ταξίδι μας για τα περίφημα τεπούι της Βενεζουέλας.  Το ταξίδι κύλησε χωρίς ιδιαίτερα απρόοπτα   με τη μετεπιβίβασή μας στη Μαδρίτη και από ‘κει στο Καράκας, βάζοντάς μας σιγά-σιγά στο κλίμα της Λατινικής Αμερικής. Η πρώτη μας καθυστέρηση και πετάμε για Πουέρτο Ορντάς αντί για την πόλη Σιουδάδ Μπολίβαρ. Με το πούλμαν κατευθυνόμαστε στη Μπολίβαρ, όπου φτάνουμε μετά από μια ώρα στο ξενοδοχείο μας. Νωρίς την επόμενη  μέρα πετάμε με τρία 6αθέσια Τσέσνα, σε μια δίωρη πτήση, πάνω από την ενδοχώρα, με προορισμό τη Σάντα Ελένα ντε Ουαϊρέν, στο νότο, στα σύνορα με τη Βραζιλία. Είμαστε τυχεροί, καθώς τα μικρά αυτά αεροπλάνα δίνουν την ευκαιρία να απολαύσεις την εξαιρετική θέα της οργιώδους βλάστησης, των δαντελωτών ποταμών, των αραιών αγροκτημάτων, αλλά και των πρώτων μας τεπούι, των ιδιόμορφων βουνών της χώρας αυτής, και φυσικά την αίσθηση ότι αγγίζεις τα σύννεφα. Κατεβαίνουμε στην πίστα του αεροδρομίου,  όπου βρίσκουμε τον Ρικάρντο, τον υπεύθυνο οδηγό βουνού και  καταλήγουμε στην, περιτριγυρισμένη από τροπική βλάστηση, κατασκήνωση Ya-Koo. Το απόγευμα, μια δυνατή νεροποντή θα εμποδίσει την επίσκεψή μας στο κέντρο, πλην κάποιων τολμηρών, που με τη βοήθεια των ντόπιων θα βρουν αργότερα το δρόμο της επιστροφής, παρότι οι δρόμοι είχαν γίνει ποτάμια, γέφυρες είχαν πέσει και στέγες είχαν παρασυρθεί.

1η μέρα 21/12 Προχωρημένο μεσημέρι και με τα τζιπ,  ξεκινάμε για το χωριό Παραϊτεπούι  σε  υψόμετρο 1.400μ., σε μια διαδρομή όπου εναλλασσόταν το τοπίο της σαβάνας με αυτό των μικρών δασών από φοινικόδεντρα . Ζυγίζουμε τα σακίδια,  φορτώνονται στις πλεκτές καλαθούνες των αχθοφόρων μας (Ταουρεπάν) και αρχίζει η πορεία μας για  την πρώτη μας κατασκήνωση κοντά στον ποταμό Τεκ, σε υψόμετρο 1400 μ. περίπου. Η πορεία ομαλή με ελάχιστες εναλλαγές, με αρκετή ζέστη.  Ο καιρός αλλάζει και με βροχή φτάνουμε μετά από 5 ώρες περίπου στην κατασκήνωσή μας, στη σκιά των επιβλητικών τεπούι .

2η μέρα 2/12 και νωρίς το πρωί, αντικρίζουμε το βραχώδη μαύρο όγκο του τεπούι Ροράιμα ( στη γλώσσα των Πεμόν: Μεγάλη, Γόνιμη Μητέρα των Ποταμών) που είναι και ο προορισμός μας.   Αρχίζουμε την πορεία μας στις υπώρειές του και διασχίζουμε, χωρίς απρόοπτα, με τη βοήθεια σχοινιών, καθώς έχουν φουσκώσει από τις βροχές, πρώτα τον ποταμό Τεκ (Πέτρα) και στην συνέχεια τον ποταμό Κουκενάν, που ενώνονται λίγο πιο κάτω. Στο μέσο της διαδρομής συναντάμε εντυπωσιακούς σχηματισμούς ογκόλιθων σκεπασμένους με μαύρες λειχήνες. Κατευθυνόμαστε στην επόμενη κατασκήνωσή μας, στις παρυφές του βουνού, σε υψόμετρο 1750 μ. περίπου. Φτάνοντας, έπειτα από 6 ώρες, συναντάμε και άλλους σκηνίτες, από διάφορες χώρες. Οι σκηνές μας περιμένουν και κάνουμε το πρώτο μας μπάνιο στο ποταμάκι που διασχίζει την κατασκήνωση.  3η  μέρα, 23/12. Ξεκινάμε με μια μικρή καθυστέρηση την ανάβαση στο Ροράιμα, καθώς περιμένουμε για την ασφάλεια μας, να υποχωρήσουν τα νερά του πιο δυνατού καταρράκτη. Τον διασχίζουμε με ασφάλεια. Για λίγο προχωράμε σε μία κατάφυτη πλαγιά, στους πρόποδες του μαγευτικού ορεινού όγκου ακούγοντας το… κελάηδημα  ενός … βάτραχου. Ακολουθούμε την παράδοση και ακουμπάμε στο βράχο με την ευχή το ιερό βουνό να μας δεχθεί για να το γνωρίσουμε. Συνεχίζουμε μέσα στην οργιώδη βλάστηση και την αδιάκοπη ροή του νερού κάτω από τα πόδια μας. Παρατηρούμε γύρω μας εντυπωσιασμένοι, τον 3 εκατοστών μαύρο βάτραχο που κινείται κατρακυλώντας, καθώς και τα επίφυτα (δέντρα, φτέρες, πλατύφυλλα γνωστά και άγνωστα) που αναδύονται από τους κορμούς τεράστιων δέντρων. Στηριζόμαστε σε κλαδιά, ρίζες, ό,τι βρούμε, το έδαφος είναι γλιστερό.  Στο ξέφωτο απολαμβάνουμε την θέα της απέραντης πεδιάδας, με ποικίλα χρώματα και σχηματισμούς, οφιοειδή ποτάμια, συστάδες δέντρων, σαβάνα… Περνάμε από καταρράκτες,  που η ορμή τους έχει ενταθεί από τις βροχές. Μετά από 3.30’ ώρες περίπου φτάνουμε στο οροπέδιο, σε ύψος 2.810 μ. Έχουμε ακόμη μια ώρα πορεία για να φτάσουμε στις σπηλιές-«ξενοδοχεία», όπου στήνονται οι σκηνές και μας δίνεται η ευκαιρία μιας πρώτης γνωριμίας με τη φυσιολογία αυτού του τόσο ιδιόμορφου βουνού. Το μονοπάτι δεν είναι τίποτε άλλο από τα λευκασμένα χνάρια των επισκεπτών πάνω στη μαύρη πέτρα. Πατάμε προσεκτικά,  έξω από το μονοπάτι γλιστράει, οι επιφάνειες είναι βρεγμένες. Ανεβαίνουμε για τη σπηλιά. Το «Τζακούτζι Οτέλ» (έτσι αποκαλούνται οι …σπηλιές μας!!!!) μας περιμένει και βρίσκουμε τις σκηνές μας έτοιμες. Βγαίνουμε για μια πρώτη ιχνηλασία του τοπίου, πριν νυχτώσει. Και τότε οι φωτογραφικές μηχανές παίρνουν κυριολεκτικά φωτιά, καθώς η ώρα του δειλινού μας προσφέρει ανεπανάληπτες εικόνες. Η αίσθηση από το βύθισμα του ήλιου στα σύννεφα και στο μαύρο βράχο, μας καθηλώνει. Είμαστε στην άκρη ενός βράχου υπερυψωμένου και μπροστά μας απλώνεται η μαύρη πεδιάδα με τις λιμνούλες από τη βροχή και τα τρεχούμενα νερά. Το χρώμα του νερού περίεργο, ροζ, κοραλλί, μαύρο. Αντικρίζοντας αυτές τις εικόνες, που επαναλαμβάνονται τις επόμενες μέρες την ώρα της ανατολής και της δύσης σε απίστευτα μοτίβα και χρώματα, αισθάνεσαι πραγματικά πολύ τυχερός που μπορείς να είσαι εκεί και να τις ζεις. 4η  μέρα, 24/12 Σήμερα η μέρα είναι αφιερωμένη στην εξερεύνηση του οροπεδίου. Θα πεζοπορήσουμε περίπου 10 ώρες και 24 χιλιόμετρα, κατευθυνόμενοι προς το Τριεθνές, τα σύνορα Βραζιλίας, Βενεζουέλας και Γουιάνας. Είναι εκπληκτικό! Κοιτώντας το τεπούι από μακριά σου δίνει την εντύπωση ενός γιγάντιου, μαύρου κυλινδρικού μονόλιθου. Ο πλούτος του οροπεδίου ανοίγεται μπροστά μας. Φυτά, χαμηλά συνήθως, με λεπτά άνθη ιδιαίτερης ομορφιάς. Τα μισά από τα είδη της χλωρίδας του τεπούι δεν υπάρχουν πουθενά αλλού. Το τοπίο αλλάζει συνεχώς. Εδώ, βράχοι χαμηλοί με λιμνούλες και φυτά μεμονωμένα ή σε συστάδες. Μετά εισχωρείς σε ψηλούς δαιδαλώδεις σχηματισμούς, αλλού λείους και αλλού αιχμηρούς, σκύβεις για να περάσεις κάτω από προεξοχές μυτερές και επικίνδυνες. Διασχίσαμε και το «λαβύρινθο» ανάμεσα σε ψηλούς βράχους, με στενούς διαδρόμους και διακλαδώσεις, όπου θέλει προσοχή για να μη χαθούμε. Κάθε σχηματισμός βράχου στην πλατιά κοιλάδα είναι διαφορετικός, εδώ ένας κροκόδειλος να αιωρείται πάνω σε έναν γερό βράχο, πιο κει πουλιά, προτομές ανθρώπινες με έντονα χαρακτηριστικά, διάφορα ζώα, ένα σκαρί πλοίου που σχίζει την θάλασσα και κάθε τόσο περίτεχνες κολόνες που θυμίζουν θιβετιανό ναό ή το περιστύλιο ενός σπιτιού. Στο μεταξύ, ο καιρός αλλάζει ανάλογα με το πεδίο που κινούμαστε.. Αέρας δυνατός, συννεφιά, λίγη βροχή, ακόμη και ήλιος.   Φτάνουμε σε μια λιμνούλα, κάποιοι βουτούν με το μαγιό, κάποιοι βρέχουν τα πόδια τους, οι περισσότεροι βιάζονται να δουν την «Κοιλάδα των Κρυστάλλων», όπου το άσπρο χαλικάκι που πατάμε λαμπυρίζει. Είναι  κουάρτζ (χαλαζίας), ημιπολύτιμος λίθος που κάποτε βρισκόταν εδώ σε αφθονία και σε ποικίλα μεγέθη. Ο χώρος είναι αμφιθεατρικός, περιτριγυρισμένος από μαύρα βράχια. Καθόμαστε να ξεκουραστούμε και μπροστά μας εναλλάσσεται η ροζ άμμος  και το άσπρο, διαφανές κουάρτζ. Φωτογραφίζουμε ένα υπέροχο κομμάτι μεγέθους 15 εκατοστών . Δεν επιτρέπεται να αφαιρεθεί ούτε ένα κομμάτι. Έτσι συνεχίζουμε την πορεία για το Τριεθνές, όπου το 1931 έγινε η τελική μάχη η οποία και όρισε τα σημερινά σύνορα. Το τεπούι Ροράιμα ανήκει κατά 50% στη Βενεζουέλα, κατά 35% στη Βραζιλία και κατά 15% στη Γουιάνα. Στην επιστροφή, με βροχή, σταματάμε σε μια υποτυπώδη σπηλιά για μεσημεριανό, ενώ στα πόδια μας χάσκει ένα κυλινδρικό πέτρινο βάραθρο γύρω στα 40 μέτρα. Το έδαφος είναι γλιστερό και μας εμποδίζει να το κατέβουμε. Περπατάμε γύρω από το στόμιό. Τα τοιχώματά του στηρίζονται σε λεπτούς, λαξευμένους από την φύση, πέτρινους «κίονες» με ωραίους σχηματισμούς. Ένας μικρός καταρράκτης ξεπηδά από το πλαϊνό τοίχωμα και πέφτει στον πυθμένα. Παρακάμπτουμε το «παράθυρο» του Κουκενάν, λόγω ώρας, αλλά ρίχνουμε μια φευγαλέα ματιά προς τον ανατολικό τοίχο του Ροράιμα, του τεπούι Ματάουι και της ζούγκλας της Γουιάνας. Θαυμάζουμε για δεύτερη φορά τα ίδια μέρη. Δε χωράει αμφιβολία, το Ροράιμα είναι ένας κόσμος ιδιαίτερος, μοναδικός, ξεχωριστός, περίτεχνα πλούσιος, με τοπία που δε θα βρεις πουθενά αλλού στη γη, αναλλοίωτος εδώ και εκατομμύρια χρόνια, καθώς υπάρχει πριν τον διαχωρισμό των ηπείρων και στην περιοχή δεν σημειώνονται σεισμοί.

5η  μέρα, 25/12  Νωρίς το πρωί, παίρνουμε το δρόμο της επιστροφής για την κατασκήνωση Τεκ. Η κατάβαση θέλει προσοχή, καθώς οι βράχοι γλιστρούν. Περνάμε ξανά τους καταρράκτες, σταματάμε και πάλι για να απολαύσουμε τη θέα. Μετά από πορεία 7 και 30’ ωρών, διασχίζουμε γι’ άλλη μια φορά τους ποταμούς Τεκ  και Κουκενάν, πιο εύκολα τώρα, και φθάνουμε στον προορισμό μας με τη δύση του ηλίου. Σχεδόν όλοι καταφεύγουμε στα νερά του ποταμού για ένα δροσιστικό μπάνιο. 6η μέρα, 26/12 Το τελευταίο πρόγευμα στην κατασκήνωση και κατευθυνόμαστε στον ινδιάνικο καταυλισμό Παραϊτεπούι, περίπου 4 ώρες απόσταση.   Μας περιμένει ένα τονωτικό γεύμα, ντόπια μπίρα και δροσιστικά αναψυκτικά. Συνεχίζουμε με τα τζιπ απολαμβάνοντας τη διαδρομή με άλλο μάτι, οι φοίνικες, οι φουντωτοί θάμνοι και τα δασάκια από άγνωστα δέντρα συνιστούν ένα τοπίο πολύ πιο ήπιο από την άγρια ομορφιά του τεπούι. Καταλήγουμε στη Σάντα Ελένα, στην κατασκήνωση  Για-Κόο να ξεκουραστούμε για ένα βράδυ, μετά την πολυήμερη προσπάθεια. 7η  μέρα 27/12 Μία ακόμη πτήση για το Εθνικό Πάρκο Κανάιμα, στην μόνιμη κατασκήνωση Μαρακάουπα, κοντά στη ομώνυμη λίμνη που θα μας φιλοξενήσει το βράδυ. Διασχίζουμε με μονόξυλα τη λίμνη και επισκεπτόμαστε τους καταρράκτες Άτσα (Τσεκούρι), Γκολοντρίνας (Χελιδόνια), Γκουαντάιμα και Ουκάιμα και περνάμε πίσω από την «κουρτίνα» του καταρράκτη Σάπο (Βάτραχος). Ανηφορίζουμε και φτάνουμε στον καταρράκτη Σαπίτο (Βατραχάκι). Βουτάμε στα κόκκινα σιδηρούχα νερά. Το ρεύμα είναι δυνατό, μας τραβά προς την αντίθετη κατεύθυνση από τη ροή του καταρράκτη! Γυρνάμε στη βάση μας με το τελευταίο κανό. 8η  μέρα 28/12 Επιβιβαζόμαστε σε 2 μονόξυλα, με τα εφόδια για τη διανυκτέρευση στην κατασκήνωση. Ανεβαίνουμε τον ποταμό, εντυπωσιασμένοι  από την εναλλαγή του τοπίου, ένα ταξίδι που διήρκεσε 5 ώρες!!. Τα νερά αλλάζουν κάθε τόσο χρώμα, κόκκινο, σταχτί, μαύρο… Οι καπετάνιοι μας έμπειροι, περνάμε ανάμεσα από τον «λαιμό του διαβόλου», ένα σύμπλεγμα βράχων, με ιδιαίτερη επιδεξιότητα. Η μία βάρκα μας κολλά σε ξέρα. Όλοι οι άνδρες, και από τις 2 βάρκες, μπήκαν στο νερό να βοηθήσουν. Φθάνοντας στην κατασκήνωση, ξεκινάμε  για τον «Καταρράκτη του Αγγέλου» (ύψους 979 μέτρων, 16 φορές ψηλότερου από τον Νιαγάρα), στο Αουγιαντεπούι, που σημαίνει βουνό του θεού του κακού. Πήρε το όνομά του από τον Έιντζελ, τον Αμερικάνο πιλότο που προσγειώθηκε με το αεροπλάνο του στην οροφή του τεπούι το 1937 προς αναζήτηση χρυσού. Πριν το 1945 ο καταρράκτης ονομαζόταν Κοροβακούπο Βένα ( μαγικό νερό). Κοντά στην κατασκήνωση συναντάμε ένα κουάτι, ζωάκι σαν τον μυρμηγκοφάγο, που τρώει έντομα και αράχνες, παιχνιδιάρικο και εξοικειωμένο με τους ανθρώπους. Περνάμε από ένα τροπικό δάσος, όχι πολύ πυκνό, ανεβαίνουμε το μονοπάτι μέσα από οργιώδη βλάστηση και σε 1 ½  ώρα είμαστε στην φυσική πισίνα του καταρράκτη, κάτω από τα  ορμητικά νερά του και περιτριγυρισμένοι από πλούσια βλάστηση και τεράστιους βράχους. Κολυμπάμε με δυσκολία προς την υδάτινη κουρτίνα! Η εμπειρία είναι μοναδική, το ίδιο και η ζωοφόρος δύναμη και η ενέργεια που αναδύεται από αυτό τον τόπο. Απρόθυμα, επιστρέφουμε μετά από 1 ½ ώρα στην κατασκήνωσή μας. Οι αιώρες που θα κοιμηθούμε το βράδυ είναι έτοιμες, η φωτιά σιγοψήνει την πυραμίδα από καμιά 20αριά κοτόπουλα περασμένα στις σούβλες, με τον παραδοσιακό τρόπο. 9η  μέρα 29/12 Με τα κανό κατεβαίνουμε τον ίδιο υδάτινο δρόμο που είχαμε ακολουθήσει την προηγουμένη.προσγειωνόμαστε μετά από  ? της ώρας στο Πουέρτο Ορντάς, το μεγάλο λιμάνι στις όχθες του Ορινόκο. Κοιμόμαστε επιτέλους στο κρεβάτι του ξενοδοχείου. Την επόμενη μέρα κατευθυνόμαστε οδικώς στην χερσόνησο της Παρία στις ακτές της Καραϊβικής. Φτάνουμε, μετά από 7 ώρες ταξίδι, στο παραδοσιακό ψαροχώρι Ρίο Καρίμπε με τα πολύχρωμα σπίτια, και καταλύουμε στην ποσάδα «Σαλιμάρ»  παλιό ισπανικό αρχοντικό που είχε μετατραπεί σε ξενώνα. Τα πολύχρωμα ρούχα των κατοίκων, τα παλιά αμερικάνικα αυτοκίνητα, η οργιώδης βλάστηση που περιβάλλει το χωριό, οι ακτές του ωκεανού, και οι δυνατές μουσικές που ακούγονται παντού, κεντρίζουν ευχάριστα τις αισθήσεις μας.  Επισκεπτόμαστε ένα παλιό, εν λειτουργία, εργοστάσιο σοκολάτας ανάμεσα σε κακαοφυτείες και κολυμπάμε σε θερμές πηγές. Δεκάξι λιμνούλες με θερμοκρασία από 31ο  έως 47ο βαθμούς Κελσίου και με διαφορετική σύσταση σε μεταλλικά στοιχεία και λασπόλουτρα. Λίγες ώρες πριν αλλάξει η χρονιά, τριγυρνάμε στους δρόμους του Ρίο Καρίμπε ακούγοντας «σάλσα» από τα ενισχυμένα μεγάφωνα των αυτοκινήτων και η χορευτική διάθεση, σιγά-σιγά, απογειώνεται. Ο ουρανός γεμίζει πυροτεχνήματα και εμείς χορεύουμε με τους ντόπιους μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Η επόμενη μέρα στην παραλία της Μεδίνας, ανάμεσα σε πολυμελείς οικογένειες,  σε τεράστιους φοίνικες και κάθε είδους υπαίθρια μαγαζιά, που πουλάνε πίτες, ψάρια ψητά, στρώματα θαλάσσης, μαγιό, ομπρέλες από φύλλα φοίνικα, μας δίνει την εικόνα της Καραϊβικής.  Και πάλι μ’ ένα μεγάλο κανό,  πλέουμε στις διακλαδώσεις των καναλιών του Τουρουεπάνο, στο δέλτα του ποταμού Ορινόκου, όπου διασταυρωνόμαστε με άλλα ταχύπλοα. Εκεί, στη μέση του ποταμού πλέει μια εξέδρα και πάνω της ιθαγενείς φιλικοί και υπομονετικοί περιμένουν … Νωρίς την επομένη φεύγουμε οδικά για την πόλη  Κουμανά και από εκεί με το αεροπλάνο για Καράκας-Μαδρίτη-Αθήνα. Η Βενεζουέλα μας έδωσε την αύρα της, γνωρίσαμε την πρωτόγονη φύση της, τις αχανείς εκτάσεις της σαβάνας, την άγρια ομορφιά των τροπικών δασών, τον υδάτινο πλούτο των ποταμών, των λιμνών, των καταρρακτών της, μας ταξίδεψε στα αρχέγονα κατάμαυρα τεπούι.

Αφήστε μια απάντηση