ΒΟΙΟ-ΟΝΤΡΙΑ ΟΡΗ 27-30/10/11
ΒΟΙΟ-ΟΝΤΡΙΑ ΟΡΗ 27-30/10/11
Το Βόιο είναι ένα ιδιόμορφο…βουνό, ξακουστό για τα μαστοροχώρια του και τα πανέμορφα δάση οξιάς.
Το λέω ιδιόμορφο…γιατί οι δυτικές του πλευρές είναι ιδιαίτερα απόκρημνες, με εντυπωσιακά, γκρι σμιλευμένα βράχια, πιθανόν απομεινάρια της παγετωνικής περιόδου, που σου κόβουν την ανάσα…
Η πέτρα και τα δάση είναι τα κύρια χαρακτηριστικά αυτού του τόπου, γι’ αυτό και ήταν γνωστός για τους μαστόρους του και ιδιαίτερα τους «Ζουμπανιώτες», τους καταγόμενους απ’ το χωριό Ζουμπάνι, που σήμερα ονομάζεται Πεντάλοφος.
Από εδώ και τον παρακείμενο βορειότερα Γράμμο, πηγάζει ο ποταμός Αλιάκμονας, μήκους 300 χιλ. ο μεγαλύτερος ποταμός της χώρας μας που χύνεται στον Θερμαικό κόλπο.
Το Βόιο είναι βουνό της δυτικής Μακεδονίας και καταλαμβάνει το νότιο τμήμα του νομού Καστοριάς.
Από το βουνό αυτό, το οποίο αποτελούσε και την αρχική εστία κατοικίας και εξάπλωσής τους, πήραν το όνομά τους οι Βοιωτοί, οι Ευβοείς και οι Βοιές Λκωνίας.
Πρώτος προορισμός αυτής της εξόρμησής μας ήταν το χωριό Πεντάλοφος Κοζάνης, που μας πήρε πάνω από δέκα ώρες να τον προσεγγίσουμε, με δύο στάσεις για φαγητό και ξεμούδιασμα….Τόσες ώρες στο λεωφορείο πιαστήκαν τα πόδια μας….
Τα μεσάνυκτα λοιπόν της Πέμπτης προς Παρασκευή, φτάσαμε στον Πεντάλοφο, τον κτισμένο σε πέντε λόφους, όπως λέει και το όνομά του, όπου διανυκτερεύσαμε το πρώτο βράδυ.
Καμιά εικοσαριά μείναμε σε ξενώνες και οι υπόλοιποι στο Αθλητικό κέντρο «Καρούτειον», δωρεά ενός ευγενούς τέκνου του χωριού, ονόματι Καρούτας.
Στον ξενώνα που μείναμε η Γεωργία η Καναπίτσα και γω, ήταν ένα παλιό δίπατο πέτρινο σπίτι, ψιλοεπισκευασμένο…από τους ιδιοκτήτες του για τις δικές τους καλοκαιρινές διακοπές…Και τώρα επειδή έλλειπαν, είπαν να το νοικιάσουν σε τουρίστες, σαν και εμάς καλή ώρα…μπας και βγάλουν κανένα φράγκο και να συνεχίσουν τις επισκευές….
Είχαν προσθέσει από μια τουαλέτα σε κάθε όροφο και η κουζίνα ήταν αρκετά λειτουργική….Είχε τέσσερα δωμάτια, τρία στον πάνω όροφο και ένα στον πρώτο…Τα δωμάτια του πάνω ορόφου χωρίζονταν με «μεσάντρες», δηλαδή με ξύλινα χωρίσματα, που στο καλό οντά, ήταν και με περίτεχνα σχέδια. Κάθε δωμάτιο είχε το τζάκι του το οποίο βρήκαμε και αναμμένο…προς μεγάλη μας ανακούφιση, καθώς ήμασταν ταλαιπωρημένοι και έκανε και πολύ κρύο.
Όλο δε το σπίτι ήταν στρωμένο με τα κλασικά παραδοσιακά στρωσίδια του τόπου, δηλαδή φλοκάτες «μαδημένες» από την πολυκαιρία, κιλίμια, χαλιά και λουλουδάτα μαξιλάρια υφασμένα στον αργαλειό, κουρτινάκια με δαντέλες στα παράθυρα και παλιά αντικείμενα οικιακής χρήσης τοποθετημένα με γούστο σε γωνιές του…
Μου άρεσε πολύ αυτό το σπίτι…Μια νοσταλγία…για παλιές καλές, διαφορετικές εποχές με κυρίευσε…Τότε που τα σπίτια ήταν από πέτρα και ξύλο και οι άνθρωποι ζούσαν σε αμόλυντο φυσικό περιβάλλον…με έναν απλούστερο τρόπο ζωής, πιο ήρεμο και ήσυχο απ’ αυτόν που κάνουμε σήμερα.
Ο δε ύπνος σ’ αυτό το σπίτι ήταν ληθαργικός….όπως έπεσα έτσι και σηκώθηκα…δεν πρέπει να άλλαξα καν πλευρό…Ήμασταν και τόσο κουρασμένοι…
Ο Πεντάλοφος είναι πολύ όμορφο χωριό, κεφαλοχώρι, κτισμένο σε μια κοιλάδα, προφυλαγμένο απ’ όλους τους αέρηδες, με πέτρινα παραδοσιακά σπίτια, μονώροφα, διώροφα, τριώροφα, με δύο εκκλησίες, του Αγ. Γεωργίου στον πάνω μαχαλά και της Αγ. Βαρβάρας στον κάτω και πολύ ωραία πλακόστρωτη πλατεία, όπου δεσπόζει ο Αη. Γιώργης. Τα περισσότερα κτίσματα είναι του 19ου αιώνα.
Είναι ξακουστό για τους κτίστες του, τους «κουδαραίους»,
(κούδα στα αλβανικά σημαίνει πέτρα), που έφτασε η χάρη τους…μέχρι την Οδησό, την Τεχεράνη και το Χαρτούμ και κατασκεύασαν εξαιρετικής αξίας οικοδομήματα με εντυπωσιακούς επί μέρους διάκοσμους, όπως λιθανάγλυφα τζάκια και σκαλιστές παραστάσεις στις προσόψεις των σπιτιών. Είχαν επινοήσει και ένα είδος συνθηματικής γλώσσας, τα «κουδαρίτικα» για την μεταξύ των μελών της κλειστής και αυστηρά οργανωμένης οικοδομικής συντεχνίας, συνεννόηση…
Την Παρασκευή το πρωί, οι ορειβάτες, συντροφιά με μέλη του Ε.Ο.Σ Κοζάνης, ξεκίνησαν για την ανάβαση στο Βόιο, αφού πρώτα το λεωφορείο μας μετέφερε σε μια διασταύρωση, όχι πολύ μακριά απ’ το χωριό.
Η διαδρομή ήταν ευχάριστη…περπατούσαμε συνέχεια σε δάσος κυρίως από οξιές αλλά και βελανιδιές και καστανιές. Δεν είχαμε και μεγάλη υψομετρική διαφορά να καλύψουμε, καμιά εξακοσαριά μ. οπότε πολύ γρήγορα, σε μιάμισυ ώρα περίπου , φτάσαμε στην κορυφή, στον Προφ. Ηλία, με το ομώνυμο εκκλησάκι (1808μ.). Είχε μόνο σε δυο σημεία δυσκολία, κάθετο βράχο, όπου όμως υπήρχαν μεταλλικές σκάλες(φεράτες)…και δεν υπήρξε κανένα πρόβλημα.
Είναι εντυπωσιακή η κορυφή του Βόιου, απόκρημνη απ’ την μια μεριά και ομαλή απ’ την άλλη, ιδιαίτερα όταν την βλέπαμε απ’ το Παλιοκρημίνι.
Το εκκλησάκι του Προφ.Ηλία καταστράφηκε στον εμφύλιο πόλεμο και δυστυχώς ανακαινίστηκε πολύ πρόχειρα, με τσιμεντοκατασκευές και ήταν και στα χάλια του…εντελώς απεριποίητο… Και ποιος να το περιποιηθεί τόσο μακριά και ψηλά που είναι!…
Η από δω και πέρα διαδρομή μας, που ήταν και πολύ μεγάλη, καθώς έπρεπε να καλύψουμε συνολικά μια απόσταση περίπου 24 χιλ. μέχρι το χωριό Νέα Κοτύλη, ήταν εξαιρετικά όμορφη καθώς περπατούσαμε μέσα σε δάσος, είχε ανεβοκατεβάσματα, και σε αρκετά σημεία περπατούσαμε σχεδόν στο χείλος της απόκρημνης πλευράς, με τα κάθετα βράχια, που έμοιαζε με καλντέρα….
Δεν θα ξεχάσω ποτέ την καταπληκτική θέα του Σμόλικα και όλης σχεδόν της οροσειράς του Γράμμου, καθ’ όλη την διάρκεια αυτής της διαδρομής!….
Μετά από κάμποσες ώρες πορείας φτάσαμε στην κορυφή Παλιοκριμίνι, όπου είναι ορατές ακόμα οι οχυρώσεις των ανταρτών.
Από εκεί και πέρα η διαδρομή μας μέχρι το χωριό Ν. Κοτύλη, έχασε το ενδιαφέρον, έγινε λίγο ανιαρή…δεν βλέπαμε τίποτα παρά μόνο οξιές…Είχαμε κουραστεί ήδη αρκετά, καθώς η διαδρομή κράτησε περίπου οχτώ ώρες, ίσως και λίγο περισσότερο.
Το χωριό Ν. Κοτύλη δεν έχει τίποτα το ιδιαίτερο, καθώς είναι καινούριο χωριό. Κτίστηκε το 1950 από κατοίκους της Κοτύλης που καταστράφηκε κατά τον εμφύλιο πόλεμο.
Εδώ ήρθαν και οι πεζοπόροι, οι οποίοι είχαν κάνει και αυτοί το Βόιο και τους καταρράκτες του Σκοτωμένου νερού και όλοι μαζί επήγαμε στο χωριό Αυγερινός, όπου έγιναν οι άλλες δυο διανυκτερεύσεις .
Ο Αυγερινός είναι μεγάλο και όμορφο χωριό, αμφιθεατρικά κτισμένο, με πολύ ωραίο μεγάλο πέτρινο σχολείο και όμορφη εκκλησία.
Διαθέτει καινούριο ξενώνα, ταβέρνα και σούπερ παραδοσιακό καφενείο, με την ανάλογη χωριάτικη διακόσμηση με χειροποίητα υφαντά και πολλές παλιές φωτογραφίες ολόγυρα από γιορτές, γάμους και άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις του χωριού. Συν τοις άλλοις έκανε και κάτι καταπληκτικά κεμπάπ και πρασοτηγανιές, που τις τιμήσαμε δεόντως…
Το Σάββατο το πρόγραμμά μας προέβλεπε ανάβαση στα Όντρια Όρη, μικρά και μεγάλα, με υψόμετρο αντίστοιχα (1530 μ. και 1589μ.)
Τα ΄Οντρια αποτελούν την ανατολική προέκταση του κυρίως κορμού του Βόιου και στην ένωση αυτών με το βουνό Παλιοκριμήνι, βρίσκεται το σημείο, το οποίο οι παλιοί ονόμαζαν «Πόρτα της Πίνδου», μιας και εκεί το Βόιο σχηματίζει άνοιγμα και επιτρέπει την είσοδο στα σπλάχνα του.
Η όψη τους με το παράξενο σχήμα και τους πολύμορφους βράχους είναι πολύ ιδιαίτερη…Πρόκειται για ένα τεράστιο οροπέδιο, σκεπασμένο με δάση, κάθετο προς όλες τις κατευθύνσεις εκτός από την ανατολική. Τριγύρω του υπάρχουν κάθετοι βράχοι, ύψους 50 εως 100μ. και πολλές βαθιές απότομες κοιλάδες. Από τους κάθετους αυτούς βράχους πήραν και την ονομασία «Τα Μετέωρα της Μακεδονίας».
Από εδώ περνάει και η «Ντουβαρόστρατα», ένα απ’ τα γνωστά πέτρινα μονοπάτια, που οδηγεί στις κορφές του βουνού.
Τα βουνά αυτά, λόγω της παράξενης όψης των και των πολλών σπηλαίων και κοιλωμάτων που υπάρχουν σ’ αυτά, εξ’ αιτίας των ασβεστολιθικών τους πετρωμάτων, είναι συνδεδεμένα με παλιούς θρύλους, για τις καταβόθρες, τα κοιλώματα, τα άγνωστα μονοπάτια και τα μυστηριακά δάση που υπάρχουν εκεί.
Στις πλαγιές των Οντρίων είναι κτισμένα τα περισσότερα από τα καστανοχώρια του Τσοτυλίου και της Καστοριάς.
Πρωί λοιπόν του Σαββάτου, το λεωφορείο μας μετέφερε στο χωριό Βράχος, που είναι κτισμένο στη ρίζα των μικρών Οντρίων και απ’ όπου ξεκινήσαμε την ανάβασή μας σ’ αυτά, με οδηγό μας το κ. Κώστα, ορειβάτη του Ε.Ο.Σ. Καστοριάς.
Ο καιρός ήταν πολύ καλός, είχε λιακάδα και η διαδρομή πολύ εντυπωσιακή…Κάθετα βράχια, με περίεργα σχήματα και αρνητικές κλίσεις, βλέπαμε στα δεξιά μας, καθώς ανηφορίζαμε για το μαγευτικό οροπέδιο…
Και καθώς ανεβαίναμε ολοένα το τοπίο μας θύμιζε την όψη και την ιδιομορφία του βουνού Σούμπρα του Μαυροβουνίου, που το ανεβήκαμε πριν τρία χρόνια…Παρόμοια κοφτά βράχια και βράχια «κομμένα» σαν φέτες τυριού, με χάσματα μικρά η μεγαλύτερα, με παρόμοια δυσκολία και ίδια βλάστηση…
Όταν βρεθήκαμε κάποια στιγμή με την Πόπη, ταυτόχρονα και οι δυο εκφράσαμε την ίδια άποψη και θυμηθήκαμε και την αγωνία…και τις περιπέτειες που ζήσαμε σε εκείνη την αλησμόνητη, για πολλούς λόγους, ανάβαση…
Την πρώτη στάση την κάναμε σ’ ένα εντυπωσιακό σημείο, όπου ένας βράχος έχει σφηνώσει ανάμεσα σε δύο άλλους, σχηματίζοντας έτσι ένα φοβερό βάραθρο…ύψους πολλών μέτρων.
Εδώ τρώγοντας…το κολατσιό μας, ο κ. Κώστας μας διηγήθηκε πως τα παλιά τα χρόνια…οι κάτοικοι της περιοχής, «γκρέμιζαν» απ’ αυτό το σημείο, όποια νιόνυφη δεν την εύρισκε ο άντρας της «εντάξει», δηλαδή παρθένα…κόβοντάς μας προς στιγμή την όρεξη…Ευτυχώς που στις μέρες μας «ανακαλύφτηκε» η παρθενορραφή…η άλλα τεχνάσματα…και σταμάτησαν πια αυτού του είδους οι τιμωρίες….αποφάνθηκαν μερικοί, με μεγάλη ανακούφιση…Και συνεχίσαμε να μασουλάμε τις λιχουδιές μας… με περισσή όρεξη, μιας και στις τελευταίες δεκαετίες, φτάσαμε στην αντίπερα όχθη…στην πλήρη σεξουαλική απελευθέρωση, με διαφορετικές αυτή τη φορά «ποινές»… που δεν τις επιβάλλει πια η κοινωνία, αλλά η ίδια η φύση, με τις γνωστές σε όλους μας αρρώστιες..Η.Ι.V. κ.α
Μετά από πορεία δυο ωρών περίπου φτάσαμε στην κορυφή των Μικρών Οντρίων, όπου ξεκουραστήκαμε και βγάλαμε και τις καθιερωμένες…αναμνηστικές φωτογραφίες.
Κατεβαίνοντας απ’ την κορυφή, φτάσαμε σ’ ένα διάσελο, που συνδέει τα Μικρά με τα Μεγάλα Όντρια και όπου υπάρχει ποτίστρα και μαντριά.
Εδώ οι περισσότεροι αποφάσισαν να επιστρέψουν στο χωριό Βράχος, για φαγοπότι και τουρισμό και καμιά δεκαπενταριά αποφασίσαμε να κάνουμε και τα Μεγάλα Όντρια(1596.μ.).
Κατά την πορεία μας, πάνω στα κομμένα σαν φέτες βράχια, που γλιστρούσαν από την υγρασία, και πάντα μέσα σε δάσος οξιάς, βλέπαμε τις καταβόθρες, και τα κοιλώματα που έμοιαζαν με κρατήρες, στα αριστερά μας, μιας και σχεδόν όλη την ώρα περπατούσαμε πολύ κοντά στα κάθετα βράχια…που ήταν στα δεξιά μας…
Κάποια στιγμή, μετά από άλλες δυο ώρες πορεία, φτάσαμε στην κορυφή των Μεγ. Όντρίων….Καθίσαμε στα βράχια γύρω απ’ το κολωνάκι και από κάτω έχασκαν κάτι γκρεμοί….άλλο πράγμα…
Εδώ αποφασίστηκε να μην γυρίσουμε από τα ίδια, λόγω της επικινδυνότητας του εδάφους αλλά να κατεβούμε απ’ την άλλη μεριά, προς το χωριό Ζώνη. Και έτσι και έγινε.
Ο αρχηγός μας δεν την είχε ξανακάνει την διαδρομή αυτή, άλλη φορά, όπως το ομολόγησε βέβαια και έτσι αποφασίσαμε να την κάνουμε, εν γνώσει μας ότι μπορεί και να δυσκολευτούμε η και να χαθούμε…Όπως και έγινε…
Πήραμε λοιπόν να κατηφορίζουμε μια πολύ απότομη πλαγιά, με κατεύθυνση το χωριό Ζώνη και μετά από κάμποσες ώρες…φτάσαμε σε απόσταση αναπνοής από το εν λόγω χωριό, σε μια ποτίστρα, όπου και σταματήσαμε για να συσκεφτούμε…πως θα φτάναμε στο χωριό, μιας και μπροστά μας ανοίγονταν δυο δρόμοι που δεν ξέραμε ποιος απ’ τους δυο θα μας έβγαζε σ’ αυτό…Τελικά πήραμε τον λάθος δρόμο και το πληρώσαμε με καμιά ώρα πεζοπορίας παραπάνω…Έτσι είναι η ζωή…τα λάθη πληρώνονται…Και η διαδρομή των 5-6ωρών, εμάς μας βγήκε τελικά περίπου οχτώ ώρες…
Τελικά μετά από συνεννοήσεις της Πόπης με τον Ε.Ο.Σ Καστοριάς, βγήκαμε στην Ζώνη, ένα όμορφο χωριό, που το στεφανώνουν τα «ζωνάρια», δηλαδή τα κάθετα βράχια των Όντρίων, που έτσι φαίνονται από μακριά.
Από εδώ με Ντάτσουν βγήκαμε στον κεντρικό δρόμο απ’ όπου μας πήρε το λεωφορείο με τους υπόλοιπους και μας έφερε πάλι στον Αυγερινό.
Το βράδυ στην ταβέρνα φάγαμε πάρα πολύ καλά, προβατίνα κεμπάπ….πολίτικες σαλάτες, ντόπια γραβιέρα και μπύρες….Μετά βρεθήκαμε μεγάλη παρέα στο καφενείο, όπου άλλοι το ρίξανε στο ουζάκι και στην κουβέντα και άλλοι στο χαρτοπαίγνιο(στην μπλόφα)….
Την Κυριακή το πρωί αναχώρηση με το λεωφορείο για το χωριό Καστανόφυτο, όπου θα γινόταν η «γιορτή του κάστανου». Το λεωφορείο μας άφησε στο κέντρο του χωριού, όπου δεσπόζει, όπως συνηθίζεται στην χώρα μας, η εκκλησία, που τιμά την Κοίμηση της Θεοτόκου.
Το χωριό πολύ όμορφο…Είναι κτισμένο αμφιθεατρικά σε δασωμένο βουνό, από οξιές, βελανιδιές και φυσικά….καστανιές, απ’ όπου πήρε και το όνομα, αλλά ερημικό….Ψυχή ζώσα πουθενά!…Μόνο από την εκκλησία ακούγονταν τα προκαταρτικά της Θείας Λειτουργίας, που έδειχνε…ότι το χωριό κατοικούνταν….
Το κρύο ήταν τσουχτερό και μιας και δεν υπήρχε τίποτα άλλο καλύτερο να κάνουμε εκείνη την ώρα, αρκετοί μπήκαμε στην εκκλησία να ανάψουμε ένα κερί και να απαγκιάσουμε κιόλας…
H εκκλησία, τρίκλιτη βασιλική, με όμορφο ξύλινο τέμπλο και ξύλινο καφασωτό γυναικωνίτη, είναι αρκετά μεγάλη και πολύ φροντισμένη, με τα όμορφα στρωσίδια της και τα χειροποίητα πλεκτά της στις εικόνες.
Από το μέγεθος της εκκλησίας και του σχολείου και τα πολλά σπίτια που έχει το χωριό, είναι φανερό πως εδώ πρέπει να κατοικούσαν πολλοί άνθρωποι παλιότερα…. Σήμερα μάθαμε πως εδώ ζουν μόνιμα μόνο εφτά ψυχές…
Όσοι δηλαδή ήταν στην εκκλησία, όταν μπήκα, οι δύο παπάδες, ο ψάλτης και τέσσερεις ηλικιωμένοι πιστοί, άνδρες και γυναίκες…
Μάταια περίμενα πως περνώντας η ώρα θα κατέφθαναν κι’ άλλοι…Κανένας δεν φάνηκε…Μόνοι μας ήμασταν ώσπου τελείωσε η Θ Λειτουργία…
Μπαίνοντας στην εκκλησία, μια ευδαιμονία και μια θαλπωρή κατέκλυσε την ύπαρξή μου, λόγω της γαλήνης, της ομορφιάς και της ζεστασιάς του χώρου, που τον ζέσταινε μια μεγάλη ξυλόσομπα, που την φρόντιζε κάθε τόσο μια γερόντισσα.
Προσωπικά απόλαυσα μια απ’ τις ωραιότερες Θ. Λειτουργίες στην μέχρι τώρα ζωή μου…Ήταν πολύ κατανυκτικά….
Εν τω μεταξύ, στο τεράστιο και πολύ περιποιημένο προαύλιο του σχολείου, είχαν αρχίσει οι ετοιμασίες για τη γιορτή του κάστανου, μιας και είναι το μόνο πράγμα που παράγει σήμερα το χωριό η μάλλον δεν παράγει…αλλά του χαρίζεται…απ’ τη μάννα Γη, απ’ την Φύση…
Σε δυο υπόστεγα, στημένα ειδικά γι’ αυτή τη γιορτή, τα καζάνια για το βράσιμο και οι φουφούδες για το ψήσιμο του κάστανου, ήταν ήδη σε λειτουργία…και μια τοπική ορχήστρα με χάλκινα δοκίμαζε τα όργανα για το επικείμενο γλέντι….
Επίσης κόσμος άρχισε να καταφτάνει απ’ τα περίχωρα και την Καστοριά, όπου προφανώς έχει μετοικήσει η πλειονότης των κατοίκων του χωριού.
Το δίπατο πέτρινο σχολείο, που έμοιαζε με αρχοντικό…έχει μετατραπεί σε λαογραφικό μουσείο, το οποίο και επισκεφτήκαμε.
Πολύ μου άρεσαν οι λεζάντες, από στίχους ποιημάτων, διάσημων ποιητών της χώρας μας, όπως ο Ελύτης, Σικελιανός, Γκάτσος κ.α, που συνόδευαν σχετικές με το περιεχόμενό τους , παλιές φωτογραφίες κατοίκων του χωριού, από γάμους, γιορτές, πολεμικά γεγονότα, μεταναστεύσεις κατοίκων και άλλα γεγονότα που έλαβαν χώρα στον τόπο.
Εδώ έγινε ένα ωραιότατο γλέντι, που το ξεκινήσαμε εμείς, καθώς έπρεπε να φύγουμε κατά τις 11.30π.μ για να φτάσουμε κάπως μια φυσιολογική…ώρα στην Αθήνα….
Ξεκινήσαμε με «Ζάραμο», χασαποσέρβικο χορό της περιοχής και τελειώσαμε με «Ικαριώτικο». Ενδιάμεσα παίχτηκαν και άλλα τραγούδια αντιπροσωπευτικά απ’ όλα τα μέρη της χώρας μας, τσάμικα, καλαματιανά, ηπειρώτικα, μακεδονικά κ.α.
Όλοι οι χορευτές δώσαμε τον καλύτερο εαυτό μας…Ιδιαίτερα διέπρεψαν….ο Κυρ-Γιάννης στον Ικαριώτικο και η Βασιλική στον «Λεβέντικο» και στα άλλα μακεδονικά…
Θα μας θυμούνται οι ντόπιοι για καιρό… Τους διασκεδάσαμε….και κυρίως το ευχαριστηθήκαμε και εμείς με την ψυχή μας ….