ΠΡΏΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΑ 3500μ.
Ούτε ένας από τους 41 δεν είχε διαφορετική γνώμη !
Το Νο 1, το πλέον εντυπωσιακό τμήμα του 15πενθήμερου οδοιπορικού μας στον Ανατολικό Πόντο, ήταν οι 5 μέρες και 4 νύχτες στα υψίπεδα και τις λίμνες του Κατσκάρ.
Σημείο έναρξης της 1ης μας ανάβασης, το χωριό Μερερέτ το οποίο, στ’ αλήθεια, δε ξέρω αν ήταν γραφικό, κουκλίστικο, ή έστω παραδοσιακό. Αυτό που με βεβαιότητα γνωρίζω είναι ότι ένα μικρό σφίξιμο στο στομάχι το είχα, πριν το όλο εγχείρημα. Πεζοπορία στα 3.500μ. δεν είχα ξανακάνει. Ο μεγαλύτερος μου άθλος στην Ελλάδα ήταν η Γκιώνα. Εδώ τι θα γινόταν ?
Ο φόβος ένα βήμα πίσω αλλά η περιέργεια και η πρόκληση δυό βήματα μπροστά. Ξεκίνησα, λοιπόν, μαζί με άλλους 20 πεζοπόρους και οδηγό μας τον Ναδίρ για το οροπέδιο Ντιλμπέρ Ντουζού στα 2.840μ. όπου θα κατασκηνώναμε για 2 μέρες.
Βαδίζαμε σε μονοπάτι βατό , παράλληλο προς την κοίτη ενός ποταμού. Αριστερά και δεξιά, λιωμένα χιόνια, καταρράκτες πια, αυλάκωναν τις όψεις του γρανίτη. Αυτή η αδιάλειπτη παρουσία νερού ζωντάνευε και φρέσκαρε ολοένα την πορεία μας. Τρώγαμε σμέουρα και αιχμαλωτίζαμε όπως – όπως το τοπίο. Τα Α! α!, Τα Ω! ω!, Τα κλικ ακούγονταν συνέχεια.
Χλωρές ακόμα πράσινες ήταν οι περισσότερες βουνοπλαγιές, πιο πάνω βέβαια ορθώνονταν τιτανόλιθοι μαύροι και τρομεροί. Στη γη, τα αγριολούλουδα σπάνια και μοναδικά έστηναν το δικό τους πανηγύρι. ΄Ολοι οι πόροι γέμιζαν με καθαρό βουνίσιο αέρα. Μόνο ο ήλιος, όντας ανελέητος, κόκκινα τατουάζ στο δέρμα μας κεντούσε. Συγκεντρωμένα 4 στοιχεία είχαμε εκεί. Γη-νερό-αέρα-φωτιά. Η διέγερση των αισθήσεων και των συναισθημάτων απερίγραπτη !
Έπειτα από πεζοπορία τεσσάρων ωρών και κάτι φτάνουμε στο οροπέδιο Ντιλμπέρ-Ντοζού. Ο Ναδίρ που δεν ήταν μόνο εξαίρετος οδηγός βουνού αλλά και ικανότατος σεφ μας ετοίμασε για βραδινό ένα πεντανόστιμο κρέας. Έκτοτε, εμείς του πεζοπορικού μετονομαστήκαμε σε ναδιραίους ενώ η άλλη ομάδα του ορειβατικού σε μπουκλαίους, αφού οι δικοί τους οδηγοί βουνού ήταν της bucla.
Η μεγάλη άσπρη τέντα με την επιγραφή Kackar-Pansiyonέγινε το μπαράκι του βουνού, όπου μαζευόμαστε το βράδυ για χαμομήλι και ντεντί-κοντού (κουτσομπολιό στα τούρκικα).
Τη 2η μέρα, θα ανεβαίναμε στη λίμνη Ντενίζ-Γκιολού στα 3.435μ. Το υψόμετρο της λίμνης μ’ έβαλε σε νέες αγωνίες ! « Θα αντέξω ή θα αρρωστήσω;» Άρχισα να τα βάζω με τον εαυτό μου ! «Τι τις ήθελα εγώ αυτές τις πεζοπορίες στα 3.500. μ.; Ποια διαστροφή μ’ εμπόδισε από το ανέμελο πλατσούρισμα στα ελληνικά νησιά;» Συνειρμικά πλάκωσαν και τα μεγάλα ερωτήματα: «Γιατί τα κάνω αυτά; Τι ψάχνω να βρω;» Το βουνό αμίλητο μου έδωσε αργότερα όλες τις απαντήσεις .
Η πορεία προς τη λίμνη ανηφορική και πετρώδης. Ο Ναδίρ όμως μας οδήγησε με ασφάλεια προς τα κει, αφού πρώτα κάναμε μια μικρή παράκαμψη για να δούμε την κορυφή του Κατσκάρ 3.937μ. που την ίδια μέρα οι κορφάκηδες του ορειβατικού επιχειρούσαν να κατακτήσουν.
Η λίμνη Ντενίζ-Γκιολού θεωρείται η 2η ψηλότερη λίμνη στον κόσμο μετά την Τιτικάκα. Στο άκουσμα αυτής της πληροφορίας, και με τον ιδρώτα να τρέχει, κάποιοι από εμάς τόλμησαν βουτιά ! Μαζί μ’ αυτούς κι εγώ ! Το νερό βέβαια παγάκι αλλά η ηλιοθεραπεία πάνω στο γρανιτένιο βράχο απολαυστική!
Σ’ αυτή τη βουνίσια μοναξιά της λίμνης όλα φαίνονταν πολύ απλά και σίγουρα ! Ο νους ησύχασε και η καρδιά γαλήνεψε ! Το βουνό μου είχε απαντήσει. . .
Ξημερώματα της 3ης μέρας , αφού πρώτα μαζέψαμε σακίδια, σκηνές και αυτοπεποίθηση (η τελευταία λογίζονταν πια ως αποσκευή μας, την είχαμε κερδίσει, οι μεν «μπουκλαίοι» με την κορυφή οι δε «ναδιραίοι» με το υψόμετρο ) ξεκινήσαμε όλοι μαζί για τη διάσχιση του περάσματος Ναλετλεμέ στα 3.450μ.
Τα πρώτα χιλιόμετρα βγήκαν σχετικά γρήγορα, όταν όμως πιάσαμε την απέναντι πλευρά του βουνού τα πράγματα σκούρυναν. Η ανάβαση έγινε απαιτητική λόγω υψομετρικής διαφοράς. Παράλληλα, ο ήλιος έπεφτε φωτιά πάνω μας, καθώς η μέρα μεγάλωνε.
Με μάτι αχόρταγο εξέταζα το ανάγλυφο της οροσειράς όχι τόσο για να συλλάβω το παν εκείνου του άγριου πανοράματος, όσο για να βρω το πέρασμα. Κάποιοι παρομοίαζαν τις κοφτερές απολήξεις των βράχων με τους Δολομίτες. Οι Αρμένιοι βέβαια, αλλιώς το είχαν σκεφτεί. Μπορεί σήμερα η εν λόγω οροσειρά να ανήκει στην Τουρκία, ετυμολογικά όμως η ονομασία Kackar προέρχεται από την αρμένικη λέξη khachkar όπου khach = σταυρός και ar = πέτρα, δηλαδή πέτρινος σταυρός.
Ο πέτρινος σταυρός εννοεί τις πέτρινες αναθηματικές στήλες τις οποίες οι αρμένιοι συνήθιζαν να τοποθετούν προκειμένου να τιμήσουν τον θανόντα. Καθώς ήταν και χριστιανοί, οι επιτύμβιες αυτές στήλες ήταν διακοσμημένες με σταυρό. Το όνομα αυτό λοιπόν, ίσως επιλέχτηκε για να αποδώσει είτε το σχήμα της κορυφής, είτε του γενικότερου ανάγλυφου της οροσειράς.
Παρά όλα αυτά, οι ώρες περνούσαν και το πέρασμα άφαντο ! Ο λαιμός ξεραίνονταν όλο και πιο συχνά ! Μετά από 7 ώρες πορεία, ανεβαίναμε ακόμα ! Αργά αλλά σταθερά. Τα πόδια κι η αναπνοή μας είχαν τεθεί σε λειτουργία αυτόματου πιλότου.
Στα τελευταία μέτρα πριν το πέρασμα, πατήσαμε χιόνι. Τελικά το Ναλετλεμέ ανεφάνη! Τίποτα άλλο δεν υπήρχε πιο πάνω από κει, έδινε αίσθηση κορυφής. Μόνο πέτρα κι ο ουρανός κοντινός. Μπροστά μας μαύροι ογκόλιθοι ατάκτως ερριμένοι εδώ κι εκεί. Ήταν σαν η γη να αναδυόταν μετά την 1η μέρα της δημιουργίας και προσπαθούσε να βάλει σε τάξη το χάος.
Γρήγορα όμως αναγκαστήκαμε να στερηθούμε αυτής της ενατένισης, αφού ο νεαρός πλην επαναστάτης γάιδαρος ο οποίος μετέφερε τα σακίδια μας, αποφάσισε να ξεφύγει από το ζυγό των υπόλοιπων μουλαριών και να τρέχει αλλόφρων ανάμεσα μας.
Η κατηφόρα που θα μας οδηγούσε στη λίμνη Καραντενίζ-Γκιολού και στη 2η κατασκήνωση, ήταν μες τα κατσάβραχα. Μα δε μας πείραζε καθόλου πια, το δυσκολότερο κομμάτι ήταν πίσω μας. Βέβαια, ύστερα από 11 ώρες πορείας οι πατούσες έκαιγαν! Στη θέα του νερού, οι περισσότεροι δεν αντιστάθηκαν και βούτηξαν! Εγώ θυμάμαι ότι περπατούσα, για καμιά ώρα, ξυπόλητη στο παραλίμνιο λιβάδι, το ίδιο έκανε κι η Πόπη.
Η ομορφιά της λίμνης εξώκοσμη, σχεδόν παραπλανητική ! Τα σύννεφα σκηνοθετούσαν κι άλλαζαν διαρκώς την πραγματικότητα. Σαν άλλοι μάγοι, τη μια εξαφάνιζαν και την άλλη εμφάνιζαν το γύρω μας ορίζοντα. Κάποτε τύλιγαν μέσα τους όλους εμάς ώστε της Αναλήψεως το άυλο θαύμα, χειροπιαστό να γίνει.
Εκ των υστέρων, το τελευταίο κι ίσως το πιο πολύτιμο είναι ότι ……..
Αυτή η ιερή ηρεμία του βουνού καταφέρνει κάποιες φορές να συμφιλιώσει το μάτι με το θυμικό, τις αισθήσεις με τη ψυχή. Οι λίμνες, οι κοφτερές κόψεις, τα μπλε πανέμορφα λουλούδια, μια μαγική ολοκλήρωση….
Τυχεροί, νομίζω είμαστε, όλοι όσοι ανεβήκαμε εκεί !
Τesekkur Kackar
Κείμενο: Κατερίνα Παπούλια