6 Σεπτεμβρίου, 2025

ΤΑΫΓΕΤΟΣ ΚΑΤΑΒΑΣΗ ΦΑΡΓ.ΜΑΡΟΥΣΩΣ

 

ΤΑΥΓΕΤΟΣ-ΚΑΤΑΒΑΣΗ ΦΑΡΑΓ.ΜΑΡΟΥΣΩΣ

20-21-10-2012

Κατά το μεσημέρι του Σαββάτου, φτάσαμε στο χωριό «Καστάνια» σε υψόμετρο 750μ. και συνεχίσαμε την ανάβαση μέχρι την Παναγιά την «Γιάτρισσα», ακόμα ψηλότερα….

Το μοναστήρι εντυπωσιακό, φρουριακού τύπου, πολύ παλιό, όπως μάθαμε από ντόπιους, ανακαινισμένο πρόσφατα, με πολλά προσκτίσματα… Δυστυχώς δεν το επισκεφτήκαμε….

Από εδώ οι ορειβάτες καμιά δεκαπενταριά, προωθήθηκαν με αγροτικά, προς το δάσος της Βασιλικής, στα 1.400μ.,για ανάβαση προς Άη. Δημήτρη-Άη-Γιώργη-Προφ-Ηλία στα 1.405μ., όπου θα διανυκτέρευαν σε σκηνές.

Οι πεζοπόροι, καμιά εικοσιπενταριά, πήραμε το Ε4, από την Παναγιά τη «Γιάτρισσα», ένα μισοκατεστραμένο κτιστό μονοπάτι, που ευωδίαζε φασκόμηλο…

Περπατώντας μέσα σε πυκνό δάσος, όπου κυριαρχούσαν τα πουρναρόδεντρα, οι βελανιδιές και οι κουμαριές, μετά από πορεία πέντε περίπου ωρών, φτάσαμε στο πανέμορφο χωριό Άρνα σε υψόμετρο πάνω από 800μ.

Το χωριό είναι κτισμένο σε μια δασωμένη πλαγιά, με τα τελευταία σπίτια και την κεντρική πλατεία, να δεσπόζουν  σχεδόν στην κορφή του βουνού, θέση που του εξασφαλίζει μια εκπληκτική θέα προς πολλές κορυφές του Ταϋγέτου και προς τη θάλασσα.

Δυστυχώς τα περισσότερα σπίτια είναι ερειπωμένα…. και ο αριθμός τους μαρτυράει πως εδώ κάποτε ζούσε αρκετός κόσμος… περί τους 700 κατοίκους. Σήμερα είναι μόλις πενήντα…

Η πλατεία είναι εντυπωσιακή, με έναν τεράστιο πλάτανο, 2.000 χρόνων, με περίμετρο 14μ. (νομίζω δεν έχω δει μεγαλύτερο μέχρι σήμερα) και έναν μικρότερο πιο πέρα, που τα κλαδιά τους την σκεπάζουν σχεδόν σ’ όλη την έκτασή της.

Είναι πλακοστρωμένη με την καταπληκτική τοπική πέτρα με τις ιριδίζουσες και γκρι αποχρώσεις, με την οποία είναι κτισμένα και όλα τα σπίτια του χωριού. Τριγύρω είναι κτισμένα διώροφα σπίτια που τα ισόγειά τους είναι μαγαζιά, καφενεία, μια ψησταριά και ένα παντοπωλείο…

Σε περίοπτη θέση δεσπόζει μια μνημειακή, αρχαϊζουσα πέτρινη, κρήνη, πολύ εντυπωσιακή, με τρείς κρουνούς  και αέτωμα, δώρο των αρνιωτών του Μπρούκλιν προς τον γενέθλιο τόπο… Έτος κατασκευής το 1922 παρακαλώ…

Άγονος τόπος, φτωχή χώρα η Ελλάδα και οι κάτοικοί της, από την αρχαιότητα ως σήμερα… αναγκάζονται να μεταναστεύουν… να ξενιτεύονται… για να ζήσουν…

Εδώ στην πλατεία, ξεκουραστήκαμε, πίνοντας νερό απ την πηγή, δοκιμάζοντας τοπικά γλυκά του κουταλιού και συνομιλώντας με τους ντόπιους, για το όμορφο χωριό τους…

Σ’ ένα καφενείο με το περίεργο όνομα «Φτιαλίνα», η ιδιοκτήτρια, μας διηγήθηκε μια ιστορία, σχετική με το όνομα του μαγαζιού και της ύπαρξης του δεύτερου πλάτανου της πλατείας…

 Σύμφωνα με τα λεγόμενά της, σ’ αυτή την θέση ήταν το σπίτι του τούρκου άρχοντα της περιοχής, που η γυναίκα του, είχε αυτό το όνομα. Την λέγανε δηλαδή «Φτιαλίνα». Και ότι αυτή φύτεψε τον δεύτερο αυτό πλάτανο έξω απ’ το σπίτι της και είπε… «εάν πιάσει αυτός ο πλάτανος… οι τούρκοι δεν θα φύγουν ποτέ απ’ την Ελλάδα…». Βέβαια ο πλάτανος «έπιασε» και θέριεψε και οι τούρκοι «ξεκουμπίστηκαν…» απ’ την χώρα μας… μετά από 400 χρόνια. Έτσι επιθυμούσε η τουρκάλα αρχόντισσα… αλλά ο Θεός…. δεν της έκανε την χάρη… ευτυχώς…

Είχε ήδη σκοτεινιάσει όταν ανηφορίζαμε τις ατέλειωτες στροφές… για την Αναβρυτή, όπου διανυκτερεύσαμε οι πεζοπόροι, οι περισσότεροι στον ξενώνα «Αρχοντικό» και οι υπόλοιποι στον «Βεργάδο».

Το βράδυ, μετά το φαγητό στην μοναδική ταβέρνα του χωριού, πριν πάμε για ύπνο, ήπιαμε κάμποσα τσίπουρα, μετά από πρόσκληση του κυρ. Γιάννη, στην καλαίσθητη αυλή του ξενώνα ιδιοκτησίας του «Αρχοντικό»… Η αυλή αυτή είναι κατάμεστη από φυσικά ξύλινα η πέτρινα γλυπτά, που η Φύση, με τα (στοιχειά της)… σμίλεψε, δίνοντας τα μορφές γνωστών ζώων η πτηνών η δημιουργημάτων της φαντασίας…

  Πίνοντας το γλυκόπιοτο… αρωματικό τσίπουρο, που το παράγει ο ίδιος από σταφύλι μοσχοφίλερο Μαντινείας εδώ στο χωριό, πιάσαμε και την κουβέντα για κρασιά, τσίπουρα… αλλά και για την αυριανή μας κατάβαση στο φαράγγι…

Πάνω στην κουβέντα, εκφράζοντας τους φόβους μου για την αυριανή μας κατάβαση στο φαράγγι… μην γίνει κανένα ατύχημα… μου είπε χαμογελώντας…. «Έ… το πολύ-πολύ ν’ αλλάξει όνομα το φαράγγι… και από Μαρουσώς να γίνει «Λεμονιάς»…

Οι ορειβάτες, μετά από μια αρκετά κοπιαστική ανάβαση, προς τον Προφ. Ηλία στα 2.405μ. που κράτησε εφτά ώρες, διανυκτέρευσαν εκεί.

Το πρωί, ο καιρός τους «έκανε…» την χάρη και είδαν την σκιά της Πυραμίδας του Ταϋγέτου στον Μεσσηνιακό κόλπο και στην συνέχεια πήραν το δρόμο προς Πόρτες- Βαρβάρα(καταφύγιο)-μέσω του Ε4 στα Λακώματα- Αναβρυτή, που κράτησε περίπου εφτά ώρες.

Την Κυριακή το πρωί οι πεζοπόροι έκαναν μια πορεία, από Αναβρυτή προς τα Λακώματα-Σοχά και κατάβαση μέσω του καλοδιατηρημένου καλντεριμιού στα Καλύβια Σοχάς, που κράτησε πεντέμιση ώρες.

Μια μικρή ομάδα εφτά ατόμων, ήτοι ο Γιάννης ο Κανελόπουλος, ο φίλος του ο Βασίλης, ο Κώστας, ο Γεώργιος ο Μέτζος, η Μαριλένα και εγώ (δεν θυμάμαι το όνομα του έβδομου…) κάναμε canyoning… στο φαράγγι της «Μαρουσώς»… Σ’ ένα μικρό πανέμορφο ασφαλισμένο φαράγγι το οποίο συνδέει την Αναβρυτή με τον Άη-Γιάννη.

Το φαράγγι αυτό έχει  εντυπωσιακές, κοκκινωπές όχθες, ασβεστολιθικά αστραφτερά βράχια στην κοίτη του και πλούσια βλάστηση, από καστανιές, καρυδιές και άλλα πανύψηλα δέντρα, ιδιαίτερα στην απ’ αρχή του, πριν φτάσουμε στους καταρράκτες.

«Ξεσκιστήκαμε» στα ραπέλ…καθώς η διάσχιση του φαραγγιού γίνεται με 17 ραπέλ(από 8-20μ.) και 14 βράχινες τσουλήθρες. Το τελευταίο ραπέλ, που ήταν διπλό, ένα μικρό 4 μέτρων και ένα μεγαλύτερο περίπου 20 μ., ήταν το «κερασάκι στην τούρτα»….

Και με αυτό τελείωσε και αυτή μας η δραστηριότητα, που κράτησε περί τις πέντε ώρες και ήταν ιδιαίτερα απολαυστική… καθώς το φαράγγι ήταν στεγνό και διευκόλυνε κατά πολύ την κατάβαση.

Κατά τις πέντε η ώρα μαζευτήκαμε όλη η ομάδα σε ταβέρνα στον Άη-Γιάννη, όπου φάγαμε «μποζιοπούλα», ψητή γουρουνοπούλα, το ιδιαίτερο έδεσμα της Πελλοπονήσου, με την πεντανόστιμη κρούστα, καθώς ψήνεται επί ώρες στη σούβλα… Αμέσως μετά, επιβίβαση στο λεωφορείο και επιστροφή στα σπίτια μας.