20 Απριλίου 2025

ΤΗΝΟΣ 2010 Κύνθια Δημητρέλη

   Μια και δυο, ξεκινήσαμε πάλι για έναν ακόμη καλοκαιρινό εθελοντικό καθαρισμό μονοπατιών στο Αιγαίο… Στο λιμάνι της Ραφήνας, πριν την αναχώρηση, αγκαλιαστήκαμε με τους παλιούς γνώριμους και διακρίναμε έναν-έναν τους νεοφερμένους που κατέφθαναν ξεχωρίζοντας στο πλήθος των ταξιδιωτών από τα χαρακτηριστικά ορειβατικά τους σακίδια. Όλοι μαζί μαζευτήκαμε ζουζουνίζοντας γύρω από τους τρεις αρχηγούς μας –την Πόπη, με τα χαρτιά και τα κιτάπια της, τη Γεωργία, επί των τηλεφωνικών συνδιαλλαγών, το Γιώργο, έτοιμο να ριχτεί σε κάθε αντιξοότητα για την ομάδα μας– και ξεκινήσαμε το ταξίδι μας με στόχο στο βλέμμα και ζέστη στην καρδιά…

   Καθ’ όλα έτοιμοι: σκηνές, αντηλιακά, αξίνες, φωτογραφικές μηχανές, ρακέτες –για τους αισιόδοξους–, γκαζάκια –για τους οργανωτικούς–, κλειστά παπούτσια και γάντια –για τους προνοητικούς–, μπατόν –για τους αποφασισμένους–, ποδήλατα –για τους αμετανόητους–, μουσικά όργανα –για τους μερακλήδες–, ωτοασπίδες –για τους ανήσυχους–, βιβλία –για όσους δε φαντάζονταν όσα επρόκειτο ν’ ακολουθήσουν…

   Ο φετινός προορισμός μας, διαφορετικός από τα μικρά νησιά της άγονης γραμμής όπου εφορμούσαμε με τις τσάπες και τις ψαλίδες μας συνήθως: η Τήνος, ένα μεγάλο νησί, γνωστός προορισμός προσκυνητών, αλλά και μεγάλου αριθμού τουριστών, που ωστόσο μας επιφύλασσε πολύ ευχάριστες εκπλήξεις, καθώς στο βόρειο τμήμα της, που θα αποτελούσε και το πεδίο δράσης μας, η τουριστική ανάπτυξη και η παράδοση πρόλαβαν να δώσουν τα χέρια, πριν πορευτούν παρέα στη σύγχρονη εποχή.

   Ακολουθώντας πιστά την παράδοση, νύχτα καταφθάσαμε και κατασκηνώσαμε στον προορισμό μας, τον Πύργο, κεφαλοχώρι του οποίου τη λευκή ομορφιά από ασβέστη και μάρμαρο θα θαυμάζαμε μόλις το επόμενο πρωί, όταν θα κατευθυνόμασταν για μια πρώτη «αναγνωριστική» επίσκεψη στο πρώτο μας προς καθαρισμό μονοπάτι, που ξεκινούσε από τα στενά σοκάκια του και οδηγούσε στο επίνειό του, τον Πάνορμο.

   Χωρισμένοι σε ομάδες και ακολουθώντας υπάκουα τους επιλεγμένους ομαδάρχες μας, ανακαλύψαμε σιγά-σιγά, ξεχορταριάζοντας, κλαδεύοντας, σκάβοντας και… σκουπίζοντας, ότι μπορεί άλλοτε το μονοπάτι μας να ήταν δρόμος για τη μεταφορά μαρμάρου με ζώα από και προς τη θάλασσα (γνωστός για τους μαρμαροτεχνίτες και τους γλύπτες του ο Πύργος –γενέτειρα και του Χαλεπά), σήμερα πάντως προσφέρει μια όμορφη διαδρομή, η οποία περνά από σκιές και ρυάκια –τα οποία καθαρίσαμε–, ανεβαίνει εντυπωσιακά μεγάλα σκαλοπάτια –τα οποία αναδείξαμε–, οδηγεί ανάμεσα από ξερολιθιές –τις οποίες στηρίξαμε–, ακολουθεί ράχες, ώσπου οδηγεί εκεί όπου ξεπροβάλλει η θάλασσα και, με θέα τον υπέροχο όρμο, καταλήγει μαλακά σ’ αυτόν.

   Πολύ σύντομα διαπιστώσαμε ότι ο Πύργος και η γραφική πλατεία του, με τις μαρμάρινες βρύσες και το μοναδικό πλάτανο, θα αποτελούσε για το υπόλοιπο της διαμονής μας ένα πολύτιμο, δροσερό καταφύγιο όταν κατασκονισμένοι και ηλιοκαμένοι θα επιστρέφαμε από τη δουλειά. Και όχι μόνο· εκεί ήταν που θα δοκιμάζαμε ντόπιο μοσχαράκι, αγκινάρες, αλλά και «πιτσούνια» (γνωστή και για τους περιστεριώνες της η Τήνος), θα γευόμασταν το παραδοσιακό γαλακτομπούρεκο, θα πίναμε ρακή ψημένη με ρόδι· η μαρμάρινη στάση του, σημείο συνάντησης, αλλά και αναχώρησης για τις εκτός χωριού εξορμήσεις μας.

   Περπατήσαμε πολύ εκείνα τα απογεύματα, σε μονοπάτια στα βόρεια του νησιού· από χωριό σε χωριό, από χωριό σε όρμο, τα είδαμε όλα, μα όλα. Κουραστήκαμε, αλλά το ευχαριστηθήκαμε! Χωριά με τρεχούμενα νερά (Υστέρνια, Καρδιανή κι Αγάπι), εντυπωσιακούς σχηματισμούς βράχων (Βόλαξ και Ξώβουργο) και υπέροχη θέα. Συχνά είχαμε την «πολυτέλεια» να γλιτώσουμε περπάτημα στην άσφαλτο δοκιμάζοντας διάφορα είδη μεταφορικών μέσων, συνήθως όμως καβαλώντας κατά ομάδες των είκοσι+ ένα σούπερ-βαν κι ένα τζιπ που μας είχαν παραχωρηθεί ευγενικά από την Κοινότητα, περνώντας παράλληλα από πολλαπλά τεστ αντοχής,  αποδεικνύοντας περίτρανα πως είμαστε γερά κόκκαλα (και πνευμόνια).

   Εξαντλήσαμε δε πια τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαμε να αναδειχθούμε ως η πλέον πολυτάλαντη εθελοντική ομάδα, όταν ένα σούρουπο, μετά από μια ανάβαση στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, με μια θέα όλο γαλάζιο και πέτρα, καταλήξαμε στο μοναστήρι της Κυρά Ξένης, όπου με τον Στέφανο αρχι-σεφ μαγειρέψαμε τάκους, φουρτάλια (γιαλαντζί –δεν είχαμε λουκάνικο, αλλά κρίμα να την πούμε απλώς ομελέτα) και μακαρονάδα! Μετά το επιδόρπιο (σιμιγδαλένιος χαλβάς) και πριν αποκοιμηθούμε κάτω απ’ τον ξάστερο ουρανό, ακολουθήσαμε για μια ακόμη φορά το Νίκο σε μια περιήγηση στους αστερισμούς, μέσα από μύθους που έπλασε και ιστορίες που πέρασε ο άνθρωπος προσπαθώντας να τους αναγνωρίσει.

   Και το πρωί ξανά στη δουλειά, συνεπείς στο έργο μας! Τσάπινγκ λοιπόν και εμπρός για τα επόμενα δυο μονοπάτια, να ενώσουμε τον Πύργο με τον Άγιο Ελευθέριο, αλλά και με το Βεναρδάδο! Δαμάζαμε με πείσμα ασπάλαθους και σχίνα, μα ήταν σπουδαία η ανταμοιβή όταν ντόπιοι έρχονταν μαζί μας και κυρίες από τον Πύργο τη μια μάς έστελναν πεσκέσι για πρωινό λουκουμάδες με μέλι τηνιακό και την άλλη φανουρόπιτα…

   Στα σοκάκια του φιλόξενου χωριού θαυμάσαμε τα περίτεχνα μαρμάρινα υπέρθυρα, επισκεφτήκαμε το σπίτι του Γιαννούλη Χαλεπά και εντυπωσιαστήκαμε από το νεκροταφείο, όπου οι πυργιανοί τεχνίτες από πολύ παλιά (17ος αι.) άφησαν το αποτύπωμα της τέχνης τους, αποδίδοντας συμβολικά στο μάρμαρο ακόμη και το επάγγελμα των ανθρώπων τους (καραβάκι για τους ναυτικούς, κουβαρίστρα και ψαλίδι για τους ράφτες, αλφαβητάρι για τους δασκάλους τους κ.ά.).

   Οι μέρες πέρασαν, το έργο μας ολοκληρωνόταν και είπαμε να το γιορτάσουμε με ένα ακόμη δείπνο, στην κατασκήνωσή μας αυτή τη φορά. Χταποδομακαρονάκι φρέσκο, πιασμένο από τον ψαροντουφεκά μας Μιχάλη και το ρίξαμε στα… δημοτικά και στη συνέχεια, με τον τζουρά του οργανοπαίχτη μας Δημήτρη, το γυρίσαμε στο λαϊκό. Και κάπως έτσι, πορευτήκαμε ως το τέλος και αυτού του εθελοντικού.

   Τελευταία βραδιά, μια πολιτιστική εκδήλωση ανέλπιστα διαφορετική απ’ ό,τι είχαμε συνηθίσει. Μια χορευτική ομάδα από δυο αγόρια με κινητικά προβλήματα και δυο κορίτσια, η ΔαΓιΠολις, μας παρουσίασαν με ευαισθησία τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες τους, τις ελπίδες και τη θέση τους απέναντι στη ζωή, λαμβάνοντας το θερμότερο χειροκρότημα.

   Γεμάτοι από εικόνες, ήχους, δράση, δοκιμασίες, αλλά κυρίως ευχαρίστηση για όσα προσφέραμε, αλλά και πήραμε, ξεκινήσαμε για την επιστροφή. Ήταν ωστόσο σαφές· για μια ακόμη φορά, ανοίγοντας καινούρια μονοπάτια, ανοιχτήκαμε σε καινούριες εμπειρίες, καινούριους ανθρώπους, ξεχορταριάζοντας εμάς τους ίδιους! 

 

Κύνθια Δημητρέλη

 

 

 

  

  

  

Αφήστε μια απάντηση